Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ый προδιατεθειμένος

См. также в других словарях:

  • προδιατεθειμένος — πρό διατίθημι arrange perf part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προδιατίθημι — ΝΜΑ νεοελλ. (η μτχ. παθ. παρακμ.) προδιατεθειμένος, η, ο α) προετοιμασμένος ψυχικά, προϊδεασμένος β) προκατειλημμένος μσν. αρχ. 1. διευθετώ, τακτοποιώ κάτι προηγουμένως 2. προδιαθέτω («προδιατίθημι τινὰ οἰκείως ἔχειν», Ιώσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ *… …   Dictionary of Greek

  • προδιατίθεμαι — προδιατίθεμαι, προδιατέθηκα, προδιατεθειμένος βλ. πίν. 138 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»